Ο Μίκης Θεοδωράκης αισθάνεται και διαβλέπει το βάθος της σχέσης ανάμεσα στην όψη της αρμονίας των συμπαντικών δονήσεων (των άστρων, των πλανητών και των γαλαξιών) και τη μορφή της έντασης των ηχητικών ποιοτήτων κατά τη διεργασία της μουσικής σύνθεσης. Μέσα σε ένα τέτοιο βίωμα ο δημιουργός αφουγκράζεται την ορμή για εξύψωση που χαρακτηρίζει την κοσμική δύναμη του απείρου, καθώς ο ίδιος συγκλονίζεται δίνοντας μουσική υπόσταση στην αχανή ζωή των ήχων του εσωτερικού του κόσμου. Από τον συγκλονισμό αναδύεται η πνοή της αρμονίας του έργου, μέσα στο οποίο η ποιητική δύναμη του μέλους (τα σύμφωνα) επιβεβαιώνει την υπερνίκηση των τάσεων του χάους (τα διάφωνα) από τη δημιουργικότητα της προσωπικής έμπνευσης. Συχνά η αντίσταση στη μουσικότητα προέρχεται από τη δυστροπία εγωκεντρικά φοβικών δυνάμεων του ψυχισμού, οι οποίες αρνούνται να απελευθερώσουν τη νοητικότητά τους μέσα στον αισθητικό οίστρο της μεταρσίωσης, με το πρόσχημα της προσήλωσής τους στην ορθολογικότητα. Εδώ εντοπίζουμε τον δυναμισμό του ιδανικού της αισθητοποίησης των νοημάτων στο εσωτερικό μιας στοχαστικής φαντασίας, η οποία νιώθει την ποιητικότητα των ήχων, ενόσω μορφοποιεί τη ροή τους. Έτσι όσα ορθολογικά στοιχεία συμπεριφέρονται κυριαρχικά με το να ανθίστανται στην εξύψωσή τους, υπερβαίνονται από την ορμή των μορφών ενός διονυσιακού πάθους που τα εξαγνίζει, διαλύοντας το σκότος της επιθετικότητάς τους μέσα στην ευφορία του απολλώνειου βιώματος της ομορφιάς, δηλαδή της επαφής μας με την ιερότητα του συμπαντικού κέντρου.
πηγή: https://edromos.gr/ (απόσπασμα συζήτησης του Ρούντι Ρινάλντι με τον Παναγιώτη Δόικο, αναπληρωτή καθηγητή της Φιλοσοφίας στο ΑΠΘ)
Σχολιάστε