Σίβυλλες: Περιπλανώμενες ανάμεσα σε θεούς και ανθρώπους.
Σίβυλλα ήταν το συλλογικό όνομα μιας κατηγορίας μαντικών γυναικών, με μεγάλη προφητική δύναμη, που δεν είχαν πραγματική συγγένεια αίματος μεταξύ τους, αλλά μοιράζονταν πολλά χαρακτηριστικά. Ήσαν αποκλειστικά γυναίκες που είχαν την ικανότητα να προλέγουν τα μελλοντικά με στίχους….
Σε αντίθεση με τις Πυθίες, δεν ήταν ενταγμένες σε κάποιο ναό ή ιερατείο.
Ήταν συνήθως περιπλανώμενες, κατάγονταν και δρούσαν σε και από πολλούς λαούς και πολιτισμούς, και οι προφητείες τους γίνονταν σε μορφή διαγγέλματος. Αξιοσημείωτο είναι ότι οι προφήτισσες αυτές έδιναν τις προφητείες τους χωρίς να τις έχει ρωτήσει κανένας και χωρίς να έχουν σχέση με κανένα μαντείο. Με τη λέξη Σίβυλλα λοιπόν, χαρακτηριζόταν η οποιαδήποτε γυναίκα με μαντική ικανότητα που προφήτευε αυθόρμητα, χωρίς να ερωτηθεί, όταν περιερχόταν σε έκσταση, μελλοντικά συμβάντα, συνήθως δυσάρεστα ή φοβερά. Αυτό συνέβαινε, όπως πίστευαν οι αρχαίοι Έλληνες και Ρωμαίοι, γιατί δεχόταν την επίσκεψη ενός θεϊκού πνεύματος.
Όταν έδιναν τις προφητείες τους ήταν σε εκστατική κατάσταση και ο κόσμος πίστευε ότι τα λόγια τους αποτελούσαν τη φωνή του θεού. Η κάθε Σίβυλλα πιστευόταν ότι είχε το προφητικό χάρισμα από τη γέννησή
της. Τη θεωρούσαν μια ύπαρξη ανάμεσα στον θεό και στο άνθρωπο. Δεν ήταν
βέβαια αθάνατη, αλλά η διάρκεια της ζωής της ξεπερνούσε κατά πολύ τα
ανθρώπινα μέτρα. Και όπως ο χρησμοδότης θεός Απόλλων κρατούσε τη λύρα,
έτσι και η Σίβυλλα κρατούσε ένα άλλο έγχορδο μουσικό όργανο, τη σαμβύκη
(είδος τριγωνικής λύρας). Η επαφή της Σίβυλλας με το θείο προϋπέθετε την
παρθενία της.
Μια Σίβυλλα, όπως είπαμε, δεν ήταν στην υπηρεσία κανενός μαντείου και δεν έκανε την προφητική της δύναμη επάγγελμα. Έτσι μπορούσε να πηγαίνει από τον ένα τόπο στον άλλο, όπου λατρευόταν ως μια θεία μορφή και αυτό ήταν ένας σοβαρός λόγος για να προκύψουν μαρτυρίες για πολλές Σίβυλλες.
Ο κάθε τόπος από όπου είχε περάσει, είχε δράσει και είχε λατρευτεί η μια Σίβυλλα, δημιουργούσε μια δικιά του σιβυλλική παράδοση, που δεν μπορούσε να ταυτιστεί με την ανάλογη παράδοση ενός άλλου τόπου. Έτσι ο κάθε τόπος που είχε μια σιβυλλική παράδοση πίστευε τη δικιά του Σίβυλλα.
Η κύρια διαφορά ανάμεσα στις Σίβυλλες και στις προφήτιδες των διάφορων μαντείων είναι ότι οι δεύτερες, όπως π.χ. η Πυθία στο Μαντείο των Δελφών, προφήτευαν μόνο απαντώντας σε καλώς καθορισμένα ερωτήματα, ενώ οι Σίβυλλες προφήτευαν χωρίς να δεχθούν προηγουμένως ερωτήσεις.
Οι παραδόσεις για τις Σίβυλλες είναι αρχαιότατες.
Φαίνεται ότι σχετικές παραδόσεις από τις χώρες της Μέσης Ανατολής πέρασαν στον ελληνικό χώρο μέσα από τη Μικρά Ασία σε εποχή που επικρατούσαν μυστικιστικές τάσεις και δεν είχε ακόμα γεννηθεί ο φιλοσοφικός στοχασμός στα παράλια της Ιωνίας. Η πίστη των αρχαίων λαών στην ευαίσθητη και διαισθητική φύση της γυναίκας συνετέλεσε ώστε πολλά αποφθέγματα σε τύπο χρησμού ή προφητείας να τα αποδίδουν σε μια Σίβυλλα και έτσι σιγά-σιγά εμπλουτίσθηκε η παράδοση. Πολλές φορές τους αποδίδονταν προφητείες επινοημένες μετά από μεγάλα γεγονότα, κι επειδή αυτό ήταν πολύ εντυπωσιακό, έκανε τον πολύ κόσμο να δίνει προσοχή στις προφητείες της Σίβυλλας.
Αυτά τα βιβλία, εκ των οποίων μόνο κάποια αποσπάσματα έχουν διασωθεί, δεν πρέπει να συγχέονται με τους «Σιβυλλικούς Χρησμούς», 12 βιβλία με προφητείες που εικάζεται ότι έχουν συγγραφεί σε ιουδαιοχριστιανικό περιβάλλον.
Τα αρχαιότερα ελληνικά κείμενα κάνουν λόγο για μια Σίβυλλα. Έτσι μιλούν για τη Σίβυλλα ως μια συγκεκριμένη μορφή πρώτος ο Ηράκλειτος και ύστερα ο Ευριπίδης, ο Αριστοτέλης και ο Πλάτωνας. Ο πρώτος που μιλάει για Σίβυλλες στον πληθυντικό είναι ο Αριστοτέλης. Οι ύστερα από αυτόν πηγές ξέρουν τρεις, τέσσερις ή και δέκα Σίβυλλες. Συνεχίστε την ανάγνωση