
εσθλός: καλός, αγαθός, ανδρείος, γενναίος, ευγενής, πλούσιος, αίσιος, άξιος
εσθλά: περιουσία, ευγενικές σκέψεις, ευγενικές πράξεις
εσθλόν: καλοτυχία
αέθλιος: αυτός που κερδίζει ένα βραβείο ή αγωνίζεται για αυτό
άθλιος: αυτός που προκαλεί αρνητικά συναισθήματα, πολύ κακός, δυστυχισμένος, σε κακή κατάσταση, ταλαίπωρος ερειπωμένος, κουρελιασμένος …