Samuel Beckett – από το βιβλίο»Συντροφιά» Τρία αποσπάσματα
[Μετάφραση: Χρίστος Αγγελακόπουλος]
Μια φωνή φτάνει σε κάποιον μέσα στο σκοτάδι. Φαντάσου.
Σε κάποιον ανάσκελα μέσα στο σκοτάδι. Αυτό μπορεί να το πει από την πίεση στα πίσω μέρη του σώματός του και από το πώς το σκοτάδι αλλάζει όταν σφαλίζει τα μάτια του και ξανά όταν τα ανοίγει πάλι. Μόνο ένα μικρό μέρος απ’ ό,τι λέγεται μπορεί να επιβεβαιωθεί. Όπως για παράδειγμα όταν ακούει, Είσαι ανάσκελα μέσα στο σκοτάδι. Τότε πρέπει να παραδεχθεί ότι αυτό που λέγεται είναι αλήθεια. Αλλά μακράν το μεγαλύτερο μέρος απ’ ό,τι λέγεται δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί. Όπως για παράδειγμα όταν ακούει, Είδες πρώτη φορά το φως την τάδε ημέρα. Μερικές φορές τα δύο συνδυάζονται όπως για παράδειγμα, Είδες πρώτη φορά το φως την τάδε ημέρα και τώρα είσαι ανάσκελα μέσα στο σκοτάδι. Ένα τέχνασμα πιθανόν από τη μη αμφισβήτηση του ενός να επικυρώνεται το άλλο. Αυτή τότε είναι η υπόδειξη. Σε κάποιον ανάσκελα μέσα στο σκοτάδι μία φωνή μιλάει για κάποιο παρελθόν. Με περιστασιακούς υπαινιγμούς για κάποιο παρόν και σπανιότερα για κάποιο μέλλον όπως για παράδειγμα, Θα καταλήξεις όπως είσαι τώρα. Και σε ένα άλλο σκοτάδι ή μέσα στο ίδιο άλλο επινοώντας τα πάντα για συντροφιά. Άφησέ τον γρήγορα.
Η χρήση του δεύτερου προσώπου δηλώνει τη φωνή. Η χρήση του τρίτου εκείνο τον διαβρωτικό άλλο. Αν αυτός στον οποίο και για τον οποίο απευθύνεται η φωνή μπορούσε να μιλήσει θα υπήρχε πρώτο πρόσωπο. Αλλά δεν μπορεί. Δε θα το κάνει. Δεν μπορείς. Δε θα το κάνεις.
Πέρα από τη φωνή και τον ξεψυχισμένο ήχο της ανάσας του δεν ακούγεται άλλος ήχος. Τίποτα τουλάχιστον που να μπορεί ν’ ακούσει. Αυτό μπορεί να το πει από τον ξεψυχισμένο ήχο της ανάσας του.
Παρ’ όλο που τώρα επιβάλλεται ν’ αναρωτιέται ακόμα λιγότερο απ’ ό,τι ποτέ δεν μπορεί παρά μερικές φορές ν’ αναρωτιέται αν πράγματι η φωνή μιλάει σε αυτόν και για αυτόν. Αποκλείεται να υπάρχει κάποιος άλλος μαζί του μέσα στο σκοτάδι προς τον οποίο και για τον οποίο να μιλάει η φωνή; Σίγουρα δεν ακούει κατά τύχη μια συνομιλία που δεν τον αφορά; Αν είναι μόνος ανάσκελα μέσα στο σκοτάδι γιατί η φωνή δεν το λέει; Γιατί δε λέει ποτέ για παράδειγμα, Είδες το φως την τάδε ημέρα και τώρα είσαι μόνος ανάσκελα μες στο σκοτάδι; Γιατί; Πιθανόν όχι γι’ άλλο λόγο παρά για να πυροδοτήσει στο νου του αυτή τη μικρή αβεβαιότητα και αναστάτωση.
Ο νους σου ανέκαθεν ανενεργός είναι τώρα ακόμα λιγότερο από ποτέ. Αυτό είναι το είδος του ισχυρισμού που δεν αμφισβητεί. Είδες το φως την τάδε ημέρα και ο νους σου ανέκαθεν ανενεργός είναι τώρα ακόμα λιγότερο από ποτέ. Εντούτοις μία ορισμένη διανοητική δραστηριότητα οσοδήποτε ισχνή αποτελεί απαραίτητο συμπλήρωμα της συντροφιάς. Έτσι εξηγείται που η φωνή δε λέει, Είσαι ανάσκελα μες στο σκοτάδι και δεν παρουσιάζεις ουδεμία διανοητική δραστηριότητα οποιουδήποτε είδους. Η φωνή από μόνη της συνιστά συντροφιά αλλά όχι αρκετή. Η επίδρασή της στον ακροατή αποτελεί ένα απαραίτητο συμπλήρωμα. Έστω και αν μόνο για να πυροδοτήσει στο μυαλό του το αίσθημα της μικρής αβεβαιότητας και της αναστάτωσης που αναφέρθηκε παραπάνω. Μα η συντροφιά πέραν της εν λόγω επίδρασης είναι ξεκάθαρα απαραίτητη. Γιατί αν ήταν απλώς ν’ ακούει τη φωνή κι αυτή να μην έχει πάνω του μεγαλύτερη επίδραση απ’ ό,τι μία ομιλία στη γλώσσα των Μπαντού ή στα Ερσικά τότε το ίδιο δε θα ήτανε και άμα σταματούσε; Εκτός και αν σκοπός της είναι ως σκέτος θόρυβος να βασανίζει κάποιον που έχει ανάγκη τη σιωπή. Ή φυσικά εκτός και αν όπως υποτέθηκε προηγουμένως απευθύνεται σε άλλον.
[…]
Ο αλλόκοτος θόρυβος. Τι ευλογία να υπάρχει κάτι τέτοιο να επαφίεσαι. Πού και πού. Στο σκοτάδι και τη σιωπή να κλείνεις όπως απέναντι στο φως τα μάτια και ν’ ακούς έναν ήχο. Κάποιο αντικείμενο που κινείται από την τωρινή θέση του εκεί όπου βρισκόταν πριν. Κάποιο μαλακό αντικείμενο που σαλεύει ανεπαισθήτως μέχρι ν’ ακινητοποιηθεί. Ορατό στο σκοτάδι να κλείνεις τα μάτια και ν’ ακούς έστω μόνο αυτό. Κάποιο μαλακό αντικείμενο που σαλεύει ανεπαισθήτως μέχρι ν’ ακινητοποιηθεί.
Από τη φωνή διαχέεται ένα ξεθωριασμένο φως. Το σκοτάδι διαλύεται ενόσω ακούγεται. Πυκνώνει όταν αποτραβιέται. Φωτίζεται όταν επανέρχεται στη σιγαλόηχη κορύφωσή της. Αποκαθίσταται πλήρως όταν σταματάει. Είσαι ανάσκελα μέσα στο σκοτάδι. Αν είχες τα μάτια σου ανοιχτά θα είχανε παρατηρήσει μία αλλαγή.
Από πού το σκιερό φως; Τι συντροφιά μες στο σκοτάδι! Να κλείνεις τα μάτια και να επιχειρείς να το φανταστείς. Απ’ όπου άλλοτε το σκιερό φως. Καμία πηγή. Σαν να φωτίζεται αμυδρώς όλο το μικρό του κενό διάστημα. Τι μπορεί να έχει δει τότε πάνω από το ανεστραμμένο πρόσωπό του. Να κλείνεις τα μάτια στο σκοτάδι και να επιχειρείς να το φανταστείς.
Άλλο χαρακτηριστικό γνώρισμα η άχρωμη χροιά της. Καμία ζωντάνια. Η ίδια άχρωμη χροιά διαρκώς. Είτε καταφάσκει. Είτε αρνείται. Είτε ανακρίνει. Είτε αναφωνεί. Είτε επιβάλλει. Η ίδια άχρωμη χροιά. Κάποτε υπήρξες. Ποτέ δεν υπήρξες. Υπήρξες ποτέ; Ω να μην είχες ποτέ υπάρξει! Να υπάρξεις ξανά. Η ίδια άχρωμη χροιά.
Μπορεί να κινηθεί; Κινείται; Θα έπρεπε να κινείται; Τι βοήθεια θα ήτανε αυτό. Όταν η φωνή εκλείπει. Κάποια κίνηση οσοδήποτε μικρή. Έστω και ενός χεριού που κλείνει. Ή ανοίγει αν στην αρχή κλεισμένο. Τι βοήθεια που θα ήτανε αυτό μες στο σκοτάδι! Να κλείνεις τα μάτια και να βλέπεις εκείνο το χέρι. Παλάμη ανεστραμμένη που καλύπτει ολόκληρο το πεδίο. Οι γραμμές. Τα δάχτυλα που κλείνουνε αργά. Ή ανοίγουνε αν στην αρχή κλεισμένα. Οι γραμμές εκείνης της γέρικης παλάμης.
Υπάρχει βέβαια το μάτι. Που καλύπτει ολόκληρο το πεδίο. Το βλέφαρο κατεβαίνει αργά. Ή σηκώνεται αν στην αρχή κατεβασμένο. Ο βολβός. Όλος κόρη. Ατενίζοντας πάνω. Σκεπασμένη. Ξεγυμνωμένη. Σκεπασμένη ξανά. Ξεγυμνωμένη ξανά.
Και αν μιλούσε στην τελική; Έστω ασθενικά. Πόσο θα συνέβαλλε αυτό στη συντροφιά! Είσαι ανάσκελα μέσα στο σκοτάδι και μία μέρα θα μιλήσεις και πάλι. Μία μέρα! Στο τέλος. Στο τέλος θα μιλήσεις και πάλι. Ναι θυμάμαι. Έτσι ήμουνα. Έτσι ήμουνα τότε.
[…]
Το φως που υπήρχε τότε. Πίσω σου μέσα στο σκοτάδι το φως που υπήρχε τότε. Ανήλιαγη ανέφελη φωτεινότητα. Ξεγλιστράς τα χαράματα και σκαρφαλώνεις στην κρυψώνα σου στη λοφοπλαγιά. Μία γωνίτσα μες στα σκίνα. Ανατολικά πέρα από τη θάλασσα ο ακαθόριστος σχηματισμός του ψηλού βουνού. Εβδομήντα μίλια μακριά σύμφωνα με το βιβλίο της Γεωγραφίας σου. Για τρίτη ή τέταρτη φορά στη ζωή σου. Την πρώτη φορά που τους το είπες σε χλεύασαν. Σύννεφα θα είδες. Μέχρι τώρα το φέρεις βαρέως μαζί με τα υπόλοιπα. Γυρίζεις σπίτι κατά το σούρουπο και πέφτεις για ύπνο νηστικός. Κείτεσαι στο σκοτάδι και βρίσκεσαι πίσω σε εκείνο το φως. Τεντωμένος έξω απ’ τη φωλιά σου μες στα σκίνα με τα μάτια κατά πλάτος του νερού μέχρι που σε τσούζουν. Τα κλείνεις ενόσω μετράς ως το εκατό. Ύστερα τα άνοιγες και τεντώνεσαι ξανά. Ξανά και ξανά. Ώσπου τελικά φαίνεται. Ωχρότατο γαλάζιο κόντρα στον ωχρό ουρανό. Κείτεσαι στο σκοτάδι και βρίσκεσαι πίσω σε εκείνο το φως. Σε παίρνει ο ύπνος μέσα σ’ εκείνο το ανήλιαγο ανέφελο φως. Κοιμάσαι ως το ξημέρωμα.
Επινοητής της φωνής και του ακροατή της και του εαυτού του. Επινοητής του εαυτού του για συντροφιά. Άφησέ το έτσι. Μιλάει για τον εαυτό του σαν να πρόκειται για άλλον. Λέει μιλώντας για τον εαυτό του, Μιλάει για τον εαυτό του σαν να πρόκειται για άλλον. Επινοεί επίσης τον εαυτό του για συντροφιά. Άφησέ το έτσι. Η σύγχυση επίσης συνιστά συντροφιά μέχρι ενός σημείου. Χίλιες φορές μία καθυστερημένη ελπίδα παρά καμία. Μέχρι ενός σημείου. Μέχρι που η καρδιά αρχίζει ν’ αηδιάζει. Συντροφιά επίσης μέχρι ενός σημείου. Χίλιες φορές μία καρδιά αηδιασμένη παρά τίποτα. Μέχρι που αρχίζει να σπάζει. Έτσι μιλώντας για τον εαυτό του καταλήγει για την ώρα, Για την ώρα άφησέ το έτσι.
Στο ίδιο σκοτάδι όπως και το δημιούργημά του ή σε κάποιο που δεν έχει φανταστεί ακόμα. Ούτε και σε ποια θέση βρίσκεται. Αν στέκεται όρθιος ή καθιστός ή ξαπλωμένος ή σε κάποια άλλη στάση μέσα στο σκοτάδι. Αυτά περιλαμβάνονται στα ζητήματα που δεν έχει φανταστεί ακόμα. Ζητήματα για τα οποία προς ώρας δεν έχει την παραμικρή ένδειξη. Το κριτήριο είναι η συντροφιά. Ποιο από τα δύο σκοτάδια συνιστά καλύτερη συντροφιά. Ποια απ’ όλες τις φανταστικές στάσεις προσφέρει περισσότερα από άποψη συντροφιάς. Και παρομοίως για τα άλλα ζητήματα που δεν έχει φανταστεί ακόμα. Όπως αν κάτι τέτοιες αποφάσεις αναστρέφονται. Άφησέ τον για παράδειγμα έπειτα από την απαιτούμενη φαντασία να αποφασίσει υπέρ της ύπτιας στάσης ή του πρηνηδόν και αν στην πράξη η στάση αυτή αποδειχθεί λιγότερο καλή για συντροφιά από το προσδοκώμενο. Θα μπορεί έπειτα να την αντικαταστήσει με άλλη ή όχι; Όπως φερ’ ειπείν σωριασμένος με τα πόδια μαζεμένα μέσα στα δεμένα μπράτσα του και το κεφάλι πάνω στα γόνατά του. Ή εν κινήσει. Σερνόμενος με τα τέσσερα. Ένας άλλος μέσα σ’ ένα άλλο σκοτάδι ή στο ίδιο που σέρνεται με τα τέσσερα επινοώντας όλ’ αυτά για συντροφιά. Ή κάποιου άλλου είδους κίνηση. Τα πιθανά συναπαντήματα. Ένας ψόφιος αρουραίος. Πόσο θα συνέβαλλε αυτό στη συντροφιά! Ένας αρουραίος από καιρό ψόφιος.
Δε γίνεται να βελτιωθεί ο ακροατής; Να γίνει η συντροφιά του πιο ευχάριστη αν όχι εντελώς ανθρώπινη. Νοητικά πιθανόν υπάρχει περιθώριο για ζωντάνια. Μία προσπάθεια να στοχαστεί τουλάχιστον. Να αναθυμηθεί. Να μιλήσει ακόμα. Ενδιάθετη βούληση κάποιου είδους οσοδήποτε ισχνή. Ένα ίχνος συναισθήματος. Σημάδια εξάντλησης. Μία αίσθηση αποτυχίας. Χωρίς απώλεια του χαρακτήρα του. Ευπρόσβλητη επιφάνεια. Σωματικά όμως; Πρέπει να κείτεται αδρανής μέχρι το τέλος; Μόνο τα βλέφαρα συσπώνται πού και πού αφού ούτως ή άλλως το κάνουνε για λόγους τεχνικούς. Για ν’ αφήνουν να περνάει ή να σφαλίζουν αφήνοντας απ’ έξω το σκοτάδι. Δε γίνεται να σταυρώνει τα πόδια του; Πού και πού. Πότε το αριστερό πάνω στο δεξί και πότε λίγο αργότερα το αντίστροφο. Όχι. Διαταράσσεται πλήρως η συμμορφία. Να κείτεται με τα πόδια σταυρωμένα; Απορρίπτεται με την πρώτη. Κάποια κίνηση των χεριών; Ένα χέρι. Ένα σφίξιμο ή μια χαλάρωση. Δύσκολο να δικαιολογηθεί. Ή ανασηκωμένο για να διώξει μία μύγα. Μα δεν υπάρχουν μύγες. Και γιατί να μην υπάρχουν; Ο πειρασμός είναι μεγάλος. Ας υπάρχει μία μύγα. Για να τη διώχνει. Μία ζωντανή μύγα που να τον νομίζει για νεκρό. Να γνωρίζει το λάθος της και ασυγκράτητη να το επαναλαμβάνει. Πόσο θα συνέβαλλε αυτό στη συντροφιά! Μία ζωντανή μύγα που να τον νομίζει για νεκρό. Αλλά όχι. Δε θα έδιωχνε μια μύγα.
Σχολιάστε