Πένθος
1. Οδύνη για το θάνατο ενός αγαπημένου προσώπου.
2. Δημόσια και επίσημη εκδήλωση θλίψης για το θάνατο κάποιου για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.
Ετυμολογία: παράλληλος τύπος του πάθ-ος (βλέπε τον παρακείμενο πέ-πονθ-α του πάσχω).
Το πένθος προϋποθέτει μια απώλεια. Κάτι χάνεται, κάποιος φεύγει. Όχι δεν αφορά μόνο τον θάνατο, αφορά κάθε τέλος, κάθε μικρό και κάθε μεγάλο τέλος.
Το πένθος συντροφεύει και την αλλαγή. Την δύσκολη αλλαγή.
Πολλές θεωρίες και ορισμοί υπάρχουν για το πένθος (Freud, Bowlby, Parkes, Worden, Kübler-Ross) και ακόμα η βιβλιογραφία δεν έχει οδηγηθεί στον επικρατέστερο. Ζήτημα αποτελεί και το γεγονός για το αν υπάρχει μιά τυπική ή μια παθολογική διεργασία και τρόπος για να πενθήσει κάποιος.
Συνεχίστε την ανάγνωση