Piazza San Nicolo
Longtemps je me suis couché de bonne heure
Τὸ σπίτι γεμάτο γρίλιες καὶ δυσπιστία
σὰν τὸ καλοκοιτάξεις στὶς σκοτεινὲς γωνιὲς
«γιὰ χρόνια πλάγιαζα νωρίς» ψιθυρίζει
«κοίταζα τὴν εἰκόνα τοῦ Ὕλα καὶ τὴν εἰκόνα τῆς Μαγδαληνῆς
προτοῦ καληνυχτίσω κοίταζα τὸ παλιὸ ἔλατο μὲ τ᾿ ἄσπρο φῶς
τὰ μέταλλα ποὺ γυάλιζαν καὶ δύσκολα ἄφηνα
τὶς τελευταῖες φωνὲς τῆς μέρας».
Τὸ σπίτι σὰν τὸ καλοκοιτάξεις μέσα ἀπὸ τὶς παλιὲς κορνίζες
ξυπνᾶ μὲ τὰ πατήματα τῆς μητέρας στὰ σκαλοπάτια
τὸ χέρι ποὺ φτιάνει σκεπάσματα ἢ διορθώνει τὴν κουνουπιέρα
τὰ χείλη ποὺ σβήνουν τὴ φλόγα τοῦ κεριοῦ. Συνεχίστε την ανάγνωση